Πενσιλβάνια

Πενσιλβάνια
(Pennsylvania). (Στα ελληνικά και Πενσιλβανία.) Ομόσπονδη Πολιτεία των βορειοανατολικών ΗΠΑ. Βρέχεται από τη λίμνη Ίρι στα ΒΔ και συνορεύει με τις Πολιτείες Νέας Υόρκης στα Β και στα ΒΑ, Nιου Tζέρσεϊ στα Α, Ντελαγουέρ στα ΝΑ, Μέριλαντ στα Ν, Δυτικής Βιρτζίνια στα ΝΔ και Οχάιο στα Δ. Έχει έκταση 117.412 τ. χλμ. και πληθυσμό 11.881.643 κατ.· πρωτεύουσα είναι το Χάρισμπεργκ (52.376 κάτ.). Τα δυτικά και βόρεια τμήματα του εδάφους, με εξαίρεση μια στενή πεδινή ή ελαφρά κυματοειδή λΩρίδα κατά μήκος της ανατολικής όχθης της λίμνης Ίρι, αποτελούν μέρος του oροπεδίου των Αλεγκανίων (Allegheny Plateau), δηλαδή του νοτιότερου τμήματος του oροπεδίου των Απαλαχίων· η περιοχή αυτή των υψιπέδων, που διαρρέεται και διαμελίζεται από ποταμούς, ορίζεται προς ΝΑ από το μέτωπο των Αλεγκανίων, βορειοανατολική προέκταση των Αλεγκανίων, που δεσπόζουν από Δ της Μεγάλης Απαλαχιανής κοιλάδας, εκτεταμένης ημιπεδινής περιοχής με χαμηλά ορεινά ανάγλυφα. Οι σημαντικότεροι ποταμοί είναι ο Σοσκουιχάνα, που εκβάλλει στον κόλπο Τσέζαπικ, ο Ντελαγουέρ, που αποτελεί ολόκληρη τη μεθόριο με το Νιου Tζέρσεϊ και κατά ένα μέρος με την Πολιτεία της Νέας Υόρκης, και ο Οχάιο, που σχηματίζεται στο Πίτσμπουργκ. Το κλίμα είναι ηπειρωτικό, αλλά μάλλον υγρό, με σύντομα δροσερά καλοκαίρια και ψυχρούς χειμώνες. Οι βροχοπτώσεις ξεπερνούν τα 1.000 χιλιοστόμετρα ετησίως. Η Π. είναι μια απ’ τις πλουσιότερες Πολιτείες της Ένωσης σε πνευματικές και ιστορικές παραδόσεις και έχει μεγάλη οικονομική σπουδαιότητα· την ξεπερνά μόνο το Τέξας στην παραγωγή μεταλλευμάτων και η Πολιτεία της Νέας Υόρκης στη βιομηχανία. Η βιομηχανία είναι ανεπτυγμένη σε όλους τους τομείς, αλλά επικρατούν η υφαντουργία, τα ναυτιλιακά είδη και τα είδη γραφικών τεχνών που συγκεντρώνονται προπάντων στη Φιλαδέλφεια και η χαλυβουργία (περίπου 30% ολόκληρης της παραγωγής των ΗΠΑ), συγκεντρωμένη στο Πίτσμπουργκ, στα γειτονικά της κέντρα και στις πόλεις Τζόνσταουν, Μπέθλεχεμ, Χάρισμπεργκ, Aλεντάουν και Ρέντινγκ. Αξιόλογο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης η γεωργία (δημητριακά, πατάτες, καπνός, μανιτάρια, κηπευτικά, φρούτα και κτηνοτροφίες) και η κτηνοτροφία (βοοειδών, χοίρων). Το υπέδαφος είναι πλούσιο σε γαιάνθρακες, πετρέλαιο (που τείνει να εξαντληθεί), φυσικό αέριο, σίδερο, κοβάλτιο και σχιστόλιθο. Άλλες κύριες πόλεις είναι οι Ίρι Αλτούνα, Σκράντον, Γουίλκς Μπαρ, Τσέστερ, Γιορκ, και Λάνκαστερ. Η περιοχή, που εξερευνήθηκε το 1615 από τον Γάλλο Ετιέν Μπριλέ, αποτέλεσε αργότερα το μήλο της έριδας μεταξύ Ολλανδών και Σουηδών, ώσπου, το 1681, περιήλθε ολόκληρη σχεδόν στον Γουίλιαμ Πεν. Η Π. υπήρξε θέατρο ιστορικών μαχών κατά τον Αγγλογαλλικό πόλεμο (1756-63) και κατά τον Πόλεμο της αμερικανικής ανεξαρτησίας. Άποψη της Χάρισμπεργκ, πρωτεύουσα της Πενσυλβανίας. O ποταμός Σοσκουιχάνα, που διαρρέει το ΒΑ τμήμα της Πενσυλβανίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Κατέλ, Τζέιμς Mακ Κιν — (James McΚeen Cattell, Ίστον, Πενσιλβάνια 1860 – Λάνκαστερ, Πενσιλβάνια 1944). Αμερικανός ψυχολόγος. Σπούδασε τρία χρόνια στη Λειψία, κοντά στον Βουντ, του οποίου υπήρξε βοηθός. Επιστρέφοντας στην Αμερική δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια… …   Dictionary of Greek

  • γέφυρα — Τεχνικό έργο που εκτείνεται σε όλο το πλάτος ενός δρόμου, όταν διακόπτεται για ένα διάστημα η συνέχεια του αναχώματος, είτε εξαιτίας των εμποδίων που δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθούν, όπως είναι για παράδειγμα τα υδάτινα ρεύματα, μία χαράδρα ή οι …   Dictionary of Greek

  • φιλαδέλφεια — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Αιγύπτου, κοντά στο σημερινό Φαγιούμ. Χτίστηκε από τον Πτολεμαίο τον Φιλάδελφο. Έπαψε να υπάρχει από τον 4o αι. μ.Χ. 2. Πόλη της Περγάμου, στις βόρειες πλαγιές του όρους Τμώλου, που χτίστηκε το 140 π.Χ. από… …   Dictionary of Greek

  • Καν, Λούις — (Lοuis Kahn, Εσθονία 1901 – Νέα Υόρκη 1974). Αμερικανός αρχιτέκτονας. Δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και έγραψε αξιόλογα θεωρητικά δοκίμια. Ύστερα από μια περίοδο ακαδημαϊσμού, δέχτηκε την επίδραση του ευρωπαϊκού ρασιοναλισμού. Διατήρησε …   Dictionary of Greek

  • Κλάιν, Λόρενς — (Lawrence Klein, Ομάχα, Νεμπράσκα 1920 –). Αμερικανός οικονομολόγος. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Μπέρκλεϊ. Συνέχισε τις σπουδές του στο ΜΙΤ της Μασαχουσέτης, πραγματοποιώντας τη διδακτορική διατριβή του υπό την εποπτεία του …   Dictionary of Greek

  • Λάνκαστερ — I (Lancaster). Πόλη (136.948 κάτ. το 2000) της βορειοδυτικής Αγγλίας, στην κομητεία Λανκασάιρ. Είναι χτισμένη στις εκβολές του ποταμού Λουν, σε απόσταση 70 χλμ. από το Μάντσεστερ. Έχει ανεπτυγμένο εμπόριο γεωργικών προϊόντων και βιομηχανίες… …   Dictionary of Greek

  • Μακ Κιμ, Τσαρλς Φόλεν — (Charles Follen McΚim, Πενσιλβάνια 1847 – Λονγκ Άιλαντ 1909). Αμερικανός αρχιτέκτονας. Σπούδασε στην επιστημονική σχολή του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και αργότερα στην Ευρώπη· το 1867 παρακολούθησε μάλιστα τα μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών του… …   Dictionary of Greek

  • Ντελάγουερ — I (Delaware). Πολιτεία (5.295 τ. χλμ., 796.165 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ του νοτίου Ατλαντικού· Πρωτεύουσα της πολιτείας είναι το Ντόβερ. βρέχεται στα Α από τον Ατλαντικό ωκεανό (κόλπος Ντελάγουερ) και συνορεύει στα Β με την Πενσιλβάνια, στα Δ και… …   Dictionary of Greek

  • Πεν, Γουίλιαμ — (Penn William, Λονδίνο 1644 – Ράσκομ 1718) Ιδρυτής της Πενσιλβάνια, γιος του ναυάρχου σερ Γουίλιαμ Πεν, ανθρώπου πλούσιου και με μεγάλη επιρροή στη βρετανική πρωτεύουσα. O Π. αγωνίστηκε με όλα τα μέσα υπέρ των Κουάκερων, στην κίνηση των οποίων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”